Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν...

 

Τον Ξεσηκωμό δεν τον έκαναν λευκοντυμένα ευγενικά τσολιαδάκια
που άκουγαν Μότσαρτ και Μπετόβεν
που χόρευαν λεπτεπίλεπτα βαλς
σε σαλόνια με αφράτες πολυθρόνες
και πολύχρωμες μεταξωτές ταπετσαρίες στους τοίχους.
Τον κάμανε αγριάνθρωποι μουστακαλήδες,
που φορούσαν λερή φουστανέλλα και τρύπια τσαρούχια,
αποφασισμένοι για ζωή και θάνατο.
Χόρευαν τον πρωτόγονο πυρρίχιο χορό τους, τον "τσάμικο",
με γκρινιάρηδες ζουρνάδες και πολεμικά σκληρόηχα νταούλια
που αντηχούσαν βαριά, πέρα ως πέρα στα πέτρινα χωριά τους.
Αρχέγονοι ρυθμοί και μελωδίες που ήχησαν άλλοτε σε χαροκόπι
και άλλοτε σαν πολεμιστήριο σάλπισμα
και χορός στρατολόγησης πολεμιστών (Γραβιά, 1821). 
 
Άνθρωποι-θεριά, που το μάτι τους γυάλιζε
από την φλογερή επιθυμία
για "μιας ώρας ελεύθερη ζωή" (Ρήγας, 1797),
σαν εκείνη που απολάμβαναν οι αητοί κι οι πέρδικες
στα πετρωτά και δασωμένα βουνά τους (Κατσαντώνης).
Παλληκαράδες αληθινοί,
που προκαλούσαν τούς πανικόβλητους οθωμανούς
"σταθήτε ωρέ περσιάνοι να μετρηθούμε !" (Νικηταράς).
Που από την κορφή του λόφου
σήκωναν προς τον σαστισμένο εχθρό περιπαικτικά/υποτιμητικά
τη φουστανέλλα τους και του έδειχναν ποιον
διόρισαν στρατηγικό συμβουλάτορά τους (Καραϊσκάκης, 1827).
Που σαν άλλοι Λεωνίδες, ευρισκόμενοι στην πιο δεινή θέση,
ειρωνεύονταν τους μουρτάτες πως
"τα κλειδιά της πόλης είναι κρεμασμένα
στις μπούκες των κανονιών μας" (Μεσολόγγι, 1826).
Ψημένοι πολεμιστάδες, που βάζαν τούς δεκάχρονους υιούς τους
να ματώσουν για πρώτη φορά στην μάχη τ´ άρματα
και να τα τιμήσουν (Καστάνιτσα, 1780).
 
Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν κυριλέδες νησιώτες "έμποροι",
που κάτεχαν από διεθνείς συναλλαγές,
ναυτικό δίκαιο και χρηματοπιστωτικές αξίες.
Τον έκαμαν θαλασσοδαρμένοι πειρατές,
που έσπαγαν με τη ναυτοσύνη
τους αποκλεισμούς της θαλασσοκράτειρας Αγγλίας
για να μπουν στα λιμάνια,
γιατί δεν κάτεχαν κανέναν αξιώτερο από τον εαυτό τους
να τους δίδει διαταγές.
Με θράσος, αν και αιχμάλωτοι,
κοίταξαν κατάματα τον ναύαρχο Νέλσωνα
και τόλμησαν να του πουν
"αν σε είχα στα χέρια μου,
θα σε κρεμούσα απ´ το κατάρτι !" (Μιαούλης, 1802).
Τον έκαναν τα καταδρομικά "Μαύρα Καράβια" του Γιάννη Σταθά,
που πρώτα σήκωσαν την σύγχρονη γαλανόλευκη
κι έκαναν "το πέλαο να κοκκινήσει" (Σκιάθος, 1808).
 
Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν ξιπασμένες φεμινίστριες.
Τον έκαναν αντρογυναίκες-καπετάνισσες
που τίμησαν το οικογενειακό τους όνομα,
που διέθεσαν περιουσία τους και τους γυιους τους στον Αγώνα,
σαν την μάνα Υψηλάντισσα και την Μαυρογένους
ή που καβάλησαν τα καράβια των αντρών τους,
σαν την Μπουμπουλίνα
και που βρόντηξαν τα άρματα των αντρών τους, σαν την Δέσπω
ή που ντύθηκαν αντρικά μόνο και μόνο
για να μπουν στον Αγώνα (τραγούδι της Αρκαδιανής).
Τον έκαναν οι σκληρές νοικοκυρές του χωριού,
που ζύμωναν για τα παλληκάρια,
που φύλαγαν στο πόστο των αντρών
για να ξαποστάσουν κι εκείνοι μια στάλα,
που γέμιζαν τα τουφέκια των σκοπευτών
στον λίγο χρόνο ανάμεσα σε δυο βολές.
Οι γυναίκες και τα μωρά τους,
που έφτιαχναν μπαρουτόβολα στους μύλους της Δημητσάνας.
Οι γυναίκες και τα πιτσιρίκια,
που ξυπόλητοι ή με τα γαϊδουράκια τους ανέβαιναν τα βουνά
σαν μαντατοφόροι κι εφοδιαστές.
 
Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν άεθνοι προλετάριοι.
Τον έκαναν νοικοκυραίοι και απλοί χωριάτες,
οι φορείς ενός πολιτισμού
με τις ρίζες του στο άμεσο ιστορικό παρελθόν μας,
που αναγνώριζαν πως ο Βασιλιάς μας εσκοτώθη
και καμιά συνθήκη δεν έκαμε με τους Τούρκους
(Κολοκοτρώνης προς τον Αμιλτον).
 
Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν άεργοι ρεμπεσκέδες
επειδή δεν είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν.
Ήταν ο ανθός της ελληνικής νεολαίας,
που διαβιούσε στις ακμάζουσες ελληνικές παροικίες της Ρωσίας,
της Κεντρικής Ευρώπης και της Ιταλίας,
που σπούδαζε στα πανεπιστήμιά τους.
Τα εικοσάχρονα αυτά παιδιά,
προέλασαν και πέθαναν στα Βαλκάνια εμπνεόμενα,
όχι από το αόριστο γι αυτούς και ξένο κίνημα του Διαφωτισμού,
αλλά από τη δόξα και πολεμική ισχύ της Αρχαίας Θήβας.
Εμπνεόμενα από το πολίτευμα του Τίμιου Σταυρού
που αποτύπωσαν στην Πολεμική τους Σημαία
με την βυζαντινή επιγραφή ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ (Δραγατσάνι, 1821).
Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν διορισμένοι "άριστοι".
Τον έκαναν μπαρουτοκαπνισμένοι βετεράνοι,
που την στρατηγία τους την επιβεβαίωναν στη μάχη
και τα αριστεία ελάμβαναν μετά την έκβαση (Κεφαλόβρυσο, 1823).
Οι στρατιώτες που δεν ξέρανε από ασκήσεις
"ακριβείας" και "πυκνής τάξεως",
αλλά καταλάβαιναν άριστα τα παραγγέλματα
"φωτιά Έλληνες !", "κώλο με κώλο, ρεεεε !" (Μάχη Γράνας, 1821).
 
Τον Ξεσηκωμό τον έκαναν οι παπάδες του χωριού,
που με το ένα χέρι έβαναν ευλογητό
και με το άλλο έπαιρναν ανελέητα κεφάλια.
Που στάθηκαν ανδροπρεπώς στα ταμπούρια τους
μπροστά σε τακτικό στρατό
και δεν καταδέχθηκαν να μαζέψουν
τα καρφοπέταλα του Μπραΐμη (Μανιάκι, 1825).
Κι όσο θρασείς κι ατρόμητοι αν ήσαν μπροστά στους ανθρώπους,
όσο παράτολμοι καταδρομείς κι αν ήσαν στη μάχη,
με τόση ταπεινότητα έκαναν την ενδοσκόπησή τους,
και μονολόγησαν στην προσευχή τους πριν τη μάχη
"Κωσταντή, σήμερα θα πεθάνεις" (Κανάρης, 1822).
Με τόση αποφασιστικότητα πριν το μαρτύριο
ομολόγησαν Πατρίδα και Πίστη
"Γραικός γεννήθηκα, γραικός θέ να πεθάνω" (Διάκος, 1821).
 
Στην Επανάσταση, δεν ρίξαμε γαρύφαλα κι αγάπες,
ρόδα κι αμφιβολίες.
Ρίξαμε μπαρούτι και μολύβι, φωτιά και θειάφι.
Σύραμε με σιγουριά τα γιαταγάνια.
Ξεσκίσαμε -κυριολεκτικά- κόσμο και κοσμάκη.
Σφάξαμε ανελέητα κάθε τούρκο που βρέθηκε στον δρόμο μας,
με κάθε πρόσφορο και βάρβαρο τρόπο,
από το Δραγατσάνι ως την Κύπρο,
γιατί ο πόλεμος δε συγχωρεί ευαισθησίες.
Τ´ αγαρηνά κορμιά στρώθηκαν στους δρόμους
και τα άλογά μας δεν πάταγαν καλντερίμι πια (Τριπολιτσά, 1821).
Με τα κεφάλια τους κι ασβέστη,
χτίσαμε πυραμίδες μακάβριες (Τρίκορφα 1779, Αράχωβα 1826),
τρόπαια φοβερά για να σκιάζονται παντοτινά οι οχτροί.
Κάναμε "μάνες δίχως γυιους, γυναίκες δίχως άνδρες,
μωρά παιδιά δίχως μανάδες".
Ταΐσαμε όλα τα μαυροπούλια του Μωριά, της Ρούμελης
και της Ηπείρου με εθρικό κρέας.
Κλαίγαν στην Τουρκιά τα χάνια γι' άλογα
και τα τζαμιά γι' αγάδες (Δερβενάκια, 1822) .
Ήμασταν οι φοβεροί τουρκομάχοι,
που βαφτιστήκαμε σαν Χριστιανοί μία φορά με το λάδι
και σαν Έλληνες μία με το αίμα των εχθρών μας
για την ελευθερία της Πατρίδος (Βαλτέτσι, 1821). 
 
Και τύψεις δεν είχαμε· ούτε μετανιώσαμε ποτέ·
ούτε απολογηθήκαμε για τα πολεμικά,
τρομερά αλλά τίμια, έργα μας.
Μόνο κουράγιο δίναμε στον αποκαμωμένο εαυτό μας,
σφίγγαμε τα δόντια μέσα στη φρίκη της σφαγής,
για να συνεχίσουμε να σφάζουμε :
"κουράγιο Νικήτα, τούρκους σφάζεις !" (Δερβενάκια, 1822) . 
 
Η λύσσα, το μίσος, η θέληση για αποτίναξη της Οθωμ. τυρρανίας
ήταν η κινητήριος δύναμή μας κι ο όλεθρος το αποτέλεσμά της.
Μείναμε πιστοί στον όρκο
"τούρκος μη μείνει στον Μωριά, μηδέ στον κόσμον όλον".
Τους πολεμήσαμε, κάναμε το αίμα τους να τρέξει
με ό,τι όπλα διαθέταμε.
Και τ´άκουγε απ´ απέναντι ο ποιητής :
κούφια ντουφέκια, σμίξιμο σπαθιών, ξύλα, πελέκια,
τρίξιμο δοντιών ! " (Ύμνος εις την Ελευθερίαν, 1823). 
 
Και φανήκαμε πρόθυμοι να πάρουμε το ρίσκο του πολέμου.
Να βιώσουμε χωρίς δισταγμό τον Θάνατο,
αν δεν μπορούμε να έχουμε Ελευθερία.
Να μετρηθούμε στα ίσα με τον Χάροντα
στα αιώνια Μαρμαρένια Αλώνια
του Διγενή και του Μεσολογγιού.
Μας έσφαξαν κι εκείνοι, όπου μας βρήκαν,
με τον πιο απάνθρωπο τρόπο για να μας λυγίσουν.
800.000 νεκρούς θρηνήσαμε στον Αγώνα.
Σφαγμένους και εξαναποδισμένους (Ψαρρά, Χίος, Κρήτη,
Κύπρος, Κωνσταντινούπολη, Μικρά Ασία), καμμένους (Κάσσος),
πεσόντες στις μάχες, λιμοκτονήσαντες (Μεσολόγγι),
ανυπότακτους αυτόχειρες (Κούγκι, Ζάλογγο, Μονή Σέκου,
Μεσολόγγι, Νάουσα), τιμωρημένους αυτόμολους,
θύματα των εμφυλίων πολέμων, πυρπολυμένα χωριά,
ισοπεδωμένες περιουσίες, κομμένα καρποφόρα δέντρα.
Αλλά θαρρετά τους μηνύσαμε
πως πέτρα απάνω στην πέτρα να μην αφήσουν,
έστω κι ένας από εμάς να μείνει όρθιος, θα τους πολεμούμε·
να βγάλουν απ´το νου τους το προσκύνημα (Κολοκοτρώνης, 1827).
 
"Το Ελληνικόν Εθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν,
μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον
και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας,
και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας,
κηρύττει σήμερον, διά των νομίμων Παραστατών του,
εις Εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων,
την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν"
(Προοίμιο Συντάγματος. Επίδαυρος, 1822).
 
Η Επανάσταση, ο Ξεσηκωμός του Γένους,
ήταν ολοκληρωτικός ΠΟΛΕΜΟΣ.
Όλα τα άλλα γεγονότα της περιόδου
είναι απλές υποσημειώσεις σε αυτόν.
 
(Τα παραπάνω συνέλεξε ο Θεοδώρος Γιαννακόπουλος,
αλλά επιτρέψετέ μου να προσθέσω μία περιγραφή της σημερινής κατάστασης μίας όλο και αυξανόμενης μερίδας του από αμνησία πάσχοντος Ελληνόφωνου πληθυσμού)
 
ΤΙ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΠΟΥ ΠΛΗΘΑΙΝΕΙ...
 
Σκισμένα τζιν ακριβοπληρωμένα, που ούτε λέτσοι θα φορούσαν...
Αξύριστ-ατημέλητοι με κότσους και τσουλούφια,
σκουλαρήκια, τατουάζ, φιγουράρουνε στην πλαζ...
Ανέραστα μπακούρια, γεροντοκόρες μεσ' στην φούρια,
αγάπη ψάχνουν σε ΤV... μα καταλήγουν μοναχοί.
Άτεκνοι συνταξιούχοι, Δημοσίου προνομιούχοι
παίζουν Λόττο, παίζουν τάβλι, το αργόσχολο σουραύλι...
Νέα παιδιά που μακαρίζουν Αμερική, και πιθηκίζουν...
Πέφτουν των τα παντελόνια. (Κανείς τους δεν δουλεύει)Είναι ξένα τα γκαρσόνια!
Μασημένη τους τροφή... του μπαμπά το μαγαζί.
Όλο "selfies" για "τσεκ ιν" προτεταμένες γλώσσες,
Τρίχα ψάξε, δεν θα βρεις... ξεπουπουλιασμένες κλώσσες.
Ακουστικά στα αυτιά και βλέμματα χαμένα, μια ζωή "σπουδάζουν" κι ονειρεύονται τα ξένα.
Μα κι αν όλοι σπουδαγμένοι, πες μου, που οι μορφωμένοι...;
Σαν τα στόματα ανοίγουν και τα πάντα γύρω θίγουν, μαλλιαρή λαλιά αρθρώνουν...
Χωρίς τα 'νι' και 'σίγμα' τους, οι λέξεις μαραζώνουν.
Της Ελλάδος; Της Ελλάδας! Σαν να λες της "φασολάδας...
Greeklish πάντα στην γραφή! Και η γλώσσα; Σαν πορδή:
"Γουάο, φίλε! Ο μι τζι! Κουλ ο τύπος! Face τζι τζι!"
"Διαπολιτισμικά" πια τα σχολεία... συ τί θέλεις ιστορία;
Δασκαλίσκοι μας διαβάζουν ότι "γάτες και πουλιά μονιάζουν...
"Όλοι κι όλα είναι ίδια, μέσ' στην στάνη σαν τα γίδια!Αντιρησίας είσ' εσύ; Βούλωσέ το "ρατσιστή"!
Αντιρατσιστικούς ψηφίσαν νόμους. Θα σου στείλουν κι αστυνόμους!
Τί μας λες; "Ελληνισμός"; Αυτό κι αν είναι "Φασισμός"!
Τους προγόνους σαν 'παινέσεις, ετοιμάσου να πονέσεις...
Τούρκος, Σλάβος, ό,τι νά 'ναι! Μη πεις "Έλλην"... Θα σε φάνε!
"Πατριώτη" αν σε πούνε, κάλιο μάτια να σου βγούνε.
"Ρετσινιά" είναι μεγάλη! Θα σου σπάσουν το κεφάλι...!
Το "διαφορετικό" να αγκαλιάσεις! Το δικό σου να ξεχάσεις!
Νεοταξίτης ενταγμένος, μπαίνεις μόνο αλεσμένος.
Βάσει "τύπων" πια η σκέψη! Φαντασία; Έχει στερέψει...
Το ποτάμι δεν γυρίζει - το νερό δεν καθαρίζει!
Κι αν τα βλέπεις άνω κάτω, μπες κι εσύ να πιάσεις πάτο.
Βάλε κρίκο και στην μύτη για ... γεώτρηση στην κύτη.
Ροκ, ρέιβ, σόουλ και ποπ! Τζαζ, προγκρέσιβ και χιπ χοπ !
Άνευ Μούσας "μουσική...", πάνω κάτω η κεφαλή!
Άνα χείρας το σφηνάκι για να "ρίξεις" γκομενάκι...
Γεροροκάδες τσακισμένοι, αριστερίσκοι βολεμένοι,
χέρι χέρι gay parade... Λεμονάδα; Lemonade!
Μαλλιαρή ψευτοκουλτούρα, κι εκδηλώσεις με μαστούρα...
Τσιγαράκι, εσπρεσάκι, σαγιονάρες στο παπάκι...
με εξέχουσα κοιλία, αμιγής γελοιογραφία!
ΤΙ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΠΟΥ ΠΛΗΘΑΙΝΕΙ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΕΙ!!
Τί κι αν ζω στην χώρα του φωτός; Τώρα πια αλλοδαπός!"
Πώς καταντήσαμε έτσι;" Μερικοί θ' αναρωτιέστε...
 
Κι όμως, όλα εξηγούνται αν τους μύθους δεν βαριέστε!
Αν Οδύσσεια θυμάστε, για την Κίρκη να διαβάσ'τε.
Οι συντρόφοι του Οδυσσέα μπεκροπίνανε παρέα...
Τους επότιζε η Κίρκη με κρασί γεμάτο λήθη,
και σαν πως ήσαν Έλληνες ξεχάσαν,
μεταμορφώθηκαν σε γουρούνια!
 
Παναγιώτης Τερπάνδρου Ζαχαρίου

Παρασκευή 10 Μαρτίου 2023

Γιατί χαμογελούσαν στην κηδεία του Κυπριανού που σκοτώθηκε στα Τέμπη;

 

Κάποτε κάποιος άνθρωπος μου είπε μια πολύ σοφή κουβέντα που χαράχτηκε στη μνήμη μου.

"Το αντίδοτο στον θάνατο είναι η ζωή" και το είπε εννοώντας τα παιδιά. 
 
Και πράγματι, όπου μου δόθηκε η ευκαιρία να το διαπιστώσω, μέσα από απώλειες ανθρώπων στο περιβάλλον μου, όπου υπήρχαν παιδιά, υπήρχε μια παρηγοριά και μια ελπίδα για το μέλλον. 
Αντιθέτως, εν τη απουσία παιδιών, μια μαύρη απελπισία κατεκλυε την ατμόσφαιρα.
 
Εδώ όμως φαίνεται και μια δεύτερη διάσταση της ζωής απέναντι στον θάνατο. Μπορεί η δυστυχία της απώλειας ενός προσώπου να βαραίνει αυτούς που μένουν πίσω, όμως αυτή απομακρύνεται μπροστά στην οπτική της αιώνιας ζωής που περιμένει μετά το πέρασμα από τον υλικό στον πνευματικό κόσμο. Είναι μια δύσκολη διαδικασία η λύτρωση, μια προσωπική δοκιμασία για όλους μας, να αποδεχτούμε την μετέπειτα ζωή, πέραν από αυτόν εδώ τον κόσμο.
 
Ο ιερέας πατέρας του Κυπριανού πέτυχε να νικήσει τον θάνατο και στις δύο διαστάσεις του θέματος: έκανε έξι υπέροχα παιδιά, και τους έδωσε μάτια ψυχής, ώστε να βλέπουν τον αδερφό τους μετά το πέρασμά του....
 
Γι' αυτό γελούν.
 
Ας είναι ευλογημένοι και παράδειγμα για όλους μας...
Ε.ΔΑΦΝΟΜΗΛΗΣ

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Η μουσική βιομηχανία και η καταστροφή των ανθρωπίνων σχέσεων

Η μουσική βιομηχανία που βρίσκεται πίσω από την τραγουδίστρια μπορεί να υποστηρίξει ένα φαντασμαγορικό οπτικό θέαμα (βιντεοκλίπ) που συνοδεύει το μουσικό κομμάτι, το οποίο έχει άψογη φωτογραφία, σκηνοθεσία, ποιότητα υλικών και μηχανών, πλούτο θεάματος και πολυτέλεια σκηνικών ώστε να εντυπωσιάσει όχι μόνο συνειδητά αλλά και υποσυνείδητα τον θεατή/ακροατή.
 
Κι όμως, για όσους παρακολουθούν έστω και χαλαρά την πορεία και εξέλιξη της ποπ, δεν βλέπουμε κάτι που δεν το έχουμε ξαναδεί ως ιδέα σκηνοθεσίας. Αντιθέτως (και αυτή είναι κατά το ήμισυ η αιτία αυτής της δημοσίευσης) βλέπουμε ένα βιντεοκλίπ στου οποίου το επίκεντρο θα μπορούσε να βρίσκεται προ είκοσι ετών η Madonna ή ακόμα πιο ταιριαστά θεωρώ η Kylie Minogue καθώς παραπέμπει στο στυλ της, ακόμα και στην μουσική επένδυση του κομματιού.
 
Η ουσιαστική όμως διαφορά (και κύρια αιτία της δημοσίευσης) βρίσκεται στην νοηματοδοσία του τραγουδιού. Προ είκοσι ετών, ένα ίδιο τραγούδι θα μιλούσε για το πώς η τραγουδιστρια λαχταραει να βρεθεί στην αγκαλιά του αγαπημένου της, πώς δεν θα ήθελε με τίποτα να τελειώσει η νύχτα μαζί του, τις σκέψεις της και τους ενδόμυχους πόθους της, μηνύματα όχι σύνθετα και βαθυστόχαστα, αλλά τουλάχιστον υγιή και φυσικά όπως άλλωστε ήταν πάντα στο επίκεντρο της ποπ, ο πόθος, η αγάπη και ο εύκολος στίχος, δηλαδή το μουσικό ντύσιμο της έλξης μεταξύ των δύο φύλων. 
 
Αντιθέτως, στο τραγούδι αυτό η ερμηνεύτρια μας ενημερώνει πώς μπορεί να πάρει μόνη της λουλούδια στον εαυτό της, να μιλάει μόνη της στον εαυτό της, να βγάλει τον εαυτό της για χορό, και εν τέλει να αγαπήσει τον εαυτό της καλύτερα μόνη της, ακολουθώντας την μοναχική προφανώς πορεία της συγχρόνως νοούμενης "χειραφετημένης" γυναίκας. Το τραγούδι συνεισφέρει ένα ακόμα "λιθαράκι" στην απομόνωση και αποξένωση των δύο φύλων και ιδιαίτερα στην πλάνη αντίληψη πώς η γυναίκα (όπως και ο άνδρας) μπορεί να πορευθεί στη ζωή της εντελώς μόνη της, εν μέσω πληθώρας υλικών αγαθών που κατά τρόπο "αμαλθειακό" πλημμυρίζουν την εικόνα γύρω της και υποκαθιστούν υποσυνείδητα κάθε άλλη ανθρώπινη ανάγκη.
 
Τι έχουμε λοιπόν; ένα ανακυκλωμένο περιτύλιγμα, με σκηνοθεσία και μελωδία παρελθόντος (nineties) που "ντύνει" στίχους που αποτελούν ένα από τα κεφάλαια της σύγχρονης καταστροφής των ανθρωπίνων σχέσεων του δυτικού κόσμου (την αποξένωση των φύλων) με αξιοποίηση των πλέον σύγχρονων τεχνολογικών οπτικών και πάντων υλικών μέσων. Θα πει κανείς, από το σκουπιδαριό των τραπερ με τα ανθρώπινα σκουπίδια, την βία, τα ναρκωτικά και τα όπλα, αυτό είναι ένα πιο ήπιο θέαμα, όταν όμως εστιάσει κανείς στο νοηματικό περιεχόμενο, τότε βλέπει κι εκεί το σκότος που επιδέξια κρύβεται στο νο.4 παγκοσμίως.
 
 

 
 
Ε.ΔΑΦΝΟΜΗΛΗΣ