Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

Robert Taft: Νυρεμβέργη, η δικαιοσύνη των νικητών μεταμφιεσμένη σε έννομη διαδικασία.

Αυτές τις μέρες παίζεται στους κινηματογράφους η ταινία "Νυρεμβέργη" και αξίζει να θυμηθούμε ότι εκείνη την εποχή στις ΗΠΑ η πιο έντονη αντίθεση ενάντια στις δικές της Νυρεμβέργης προήλθε από την αντι-παρεμβατική "Παλαιά Δεξιά" ("Old Right") και τον ηγέτη της Ρόμπερτ Α. Ταφτ , όχι φυσικά επειδή συμπαθούσαν τους Ναζί αλλά επειδή έβλεπαν ότι οι νομικές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν παραβίαζαν θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης. 
 
Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Leon Hadar στον "American Conservative" με τίτλο «Η στάση αρχών του Ρόμπερτ Ταφτ ενάντια στη Νυρεμβέργη : O "Mr. Republican" κατάλαβε ότι οι “οικουμενικές” αξίες είχαν γίνει εργαλεία στα χέρια των ισχυρών» 
«Η αντίθεση του γερουσιαστή του Οχάιο Ρόμπερτ Α. Ταφτ στις Δίκες της Νυρεμβέργης αποτελεί μία από τις πιο πολιτικά θαρραλέες και πνευματικά έντιμες στάσεις που πήρε ποτέ Αμερικανός πολιτικός αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 
 
Σε μια εποχή που η νίκη των Συμμάχων ζητούσε ηθική επιβεβαίωση και η κοινή γνώμη διψούσε για εκδίκηση, ο Ταφτ τόλμησε να αναρωτηθεί αν οι διαδικασίες εκείνες παραβίαζαν θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης — αρχές που, υποτίθεται, διέκριναν τον δυτικό πολιτισμό από την τυραννία που μόλις είχε νικηθεί.
 
Η κριτική του Ταφτ επικεντρωνόταν σε μια θεμελιώδη νομική αρχή: τον νόμο με αναδρομική ισχύ (ex post facto). Οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν στη Νυρεμβέργη — ιδίως τα "εγκλήματα κατά της ειρήνης" και η "συνωμοσία για επιθετικό πόλεμο" — δεν ήταν αναγνωρισμένα εγκλήματα βάσει του διεθνούς δικαίου όταν οι κατηγορούμενοι φέρονταν να τα είχαν διαπράξει. Το δικαστήριο, σύμφωνα με τον Ταφτ, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η δικαιοσύνη των νικητών μεταμφιεσμένη σε έννομη διαδικασία, καθώς δημιούργησε εκ των υστέρων ποινικές κατηγορίες για να τιμωρήσει τους ηττημένους. 
 
Όπως είπε σε ομιλία του τον Οκτώβριο του 1946:
"Η δίκη των ηττημένων από τους νικητές δεν μπορεί να είναι αμερόληπτη, όσο κι αν περιβάλλεται από τα τυπικά της δικαιοσύνης."
 
Δεν επρόκειτο, όπως τον κατηγόρησαν τότε, για συμπάθεια προς τους Ναζί ή για προσπάθεια ηθικής εξίσωσης των εγκλημάτων τους. Αντίθετα, εξέφραζε την πεποίθηση του Ταφτ ότι οι αρχές έχουν αξία ακριβώς όταν είναι δύσκολο ή αντιδημοφιλές να τις υπερασπιστεί κανείς. Το κράτος δικαίου δεν σημαίνει τίποτα αν εφαρμόζεται μόνο όταν μας βολεύει. Αν εγκαταλείπουμε τις νομικές αρχές για να τιμωρήσουμε τους εχθρούς μας, τότε παραδεχόμαστε πως αυτές οι αρχές δεν ήταν ποτέ δεσμευτικές — απλώς χρήσιμες προσχηματικές αφηγήσεις απέναντι στους αδύναμους.
 
Από ρεαλιστική σκοπιά, ο Ταφτ αντιλήφθηκε κάτι που οι ιδεαλιστές διεθνιστές αρνούνταν να αναγνωρίσουν: ότι η Νυρεμβέργη ήταν, κατά βάθος, μια πολιτική πράξη που παρουσιάστηκε ως νομική διαδικασία. Οι Σύμμαχοι εξαίρεσαν τους εαυτούς τους από την δικαστική κρίση για πράξεις που, με βάση τα ίδια τα κριτήρια του δικαστηρίου, θα μπορούσαν να θεωρηθούν εγκλήματα πολέμου — όπως ο εσκεμμένος βομβαρδισμός αμάχων, οι αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών ή οι ίδιες οι επιθετικές ενέργειες και θηριωδίες της Σοβιετικής Ένωσης. Η επιλεκτική εφαρμογή “οικουμενικών” αρχών έδειξε ότι αποτελούν όργανα ισχύος και όχι εκφράσεις υπερβατικής δικαιοσύνης.
 
Ο Ταφτ, επιπλέον, διέβλεψε τον επικίνδυνο προηγούμενο που δημιουργούσε η Νυρεμβέργη. Η δημιουργία διεθνών νομικών μηχανισμών που οι νικητές θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν εναντίον των ηττημένων δεν θα οικοδομούσε έναν πιο δίκαιο κόσμο, αλλά θα προσέδιδε νομιμοφανές άλλοθι σε μελλοντικές επεμβάσεις και ανατροπές καθεστώτων στο όνομα της "διεθνούς δικαιοσύνης". Και πράγματι, όπως αποδείχθηκε, ο δρόμος από τη Νυρεμβέργη οδηγεί ευθέως στις νομικές ακροβασίες που δικαιολόγησαν στρατιωτικές επεμβάσεις από το Κόσοβο ως το Ιράκ και τη Λιβύη — όλες καλυμμένες με τη ρητορική των καθολικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου, όλες τελικά υπηρετώντας τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ισχυρών.
 
Ο Ταφτ επίσης κατανοούσε ότι η αληθινή συμφιλίωση και σταθερότητα στη μεταπολεμική Ευρώπη απαιτούσαν κάτι παραπάνω από θεαματικές δίκες. Η Γερμανία έπρεπε να επανενταχθεί στην ευρωπαϊκή τάξη, όχι να εξευτελιστεί και να ταπεινωθεί, όπως είχε συμβεί στις Βερσαλλίες. Αν και οι χειρότεροι εγκληματίες των Ναζί άξιζαν τιμωρία, το θέαμα Συμμάχων δικαστών που καταδικάζουν Γερμανούς ηγέτες για “εγκλήματα” τα οποία είχαν διαπράξει και οι ίδιοι ενείχε τον κίνδυνο να γεννήσει αγανάκτηση αντί για αληθινή κάθαρση.
 
Η Ιστορία έχει σε μεγάλο βαθμό δικαιώσει τους φόβους του Ταφτ. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και άλλοι μηχανισμοί "διεθνούς δικαιοσύνης" έχουν πράγματι εξελιχθεί σε εργαλεία που χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά από ισχυρά κράτη εναντίον αδυνάτων. Στα εδώλια βλέπουμε Αφρικανούς ηγέτες και Σέρβους αξιωματούχους, ενώ οι πράξεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Βρετανίας, της Ρωσίας και της Κίνας παραμένουν ουσιαστικά στο απυρόβλητο. Η υποκρισία που είχε επισημάνει ο Ταφτ στη Νυρεμβέργη έχει πλέον θεσμοθετηθεί μέσα στη διεθνή έννομη τάξη.
 
Η αντίθεσή του είχε βαρύ πολιτικό κόστος. Στην έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα μετά τις αποκαλύψεις των ναζιστικών θηριωδιών, οι προσηλωμένες στο νόμο αντιρρήσεις του παρουσιάστηκαν εύκολα ως ηθική τύφλωση ή κρυφή συμπάθεια προς τον φασισμό. Ωστόσο, η προθυμία του να μείνει πιστός στις αρχές του παρά το πολιτικό κόστος, αποτελεί παράδειγμα του είδους της πολιτικής ανδρείας που λείπει σήμερα από την αμερικανική εξωτερική πολιτική — μια πολιτική που, με τη διακομματική της πίστη στην "ανθρωπιστική επέμβαση" και την εξαγωγή της φιλελεύθερης δημοκρατίας, έχει οδηγήσει επανειλημμένα σε καταστροφές.
 
Το βαθύτερο δίδαγμα της στάσης του Ταφτ είναι ότι ο γνήσιος συντηρητισμός — επιφυλακτικός απέναντι στον ιδεαλιστικό σταυροφορικό ζήλο, σεβόμενος την εθνική κυριαρχία και δεσμευμένος στα συνταγματικά όρια της εξουσίας — προσφέρει μια πιο ειλικρινή και τελικά πιο ειρηνική προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις από τον φιλελεύθερο διεθνισμό που κυριαρχεί εδώ και δεκαετίες στην αμερικανική πολιτική. Ο Ταφτ κατανοούσε πως μια δημοκρατία που εγκαταλείπει τις αρχές της στο εξωτερικό, θα τις χάσει τελικά και στο εσωτερικό· ότι η αλαζονεία της επιβολής "παγκόσμιων αξιών" με τη βία διαφθείρει τόσο εκείνον που επιβάλλει όσο και εκείνον που υφίσταται την επιβολή.
 
Στη δική μας εποχή των ατελείωτων πολέμων που δικαιολογούνται με ανθρωπιστική ρητορική, των επεμβάσεων αλλαγής καθεστώτων καλυμμένων με νομική φρασεολογία, και της επιλεκτικής αγανάκτησης για εγκλήματα πολέμου ανάλογα με το ποιος τα διαπράττει, η φωνή του Ταφτ από το 1946 αντηχεί ξανά με ανανεωμένη επικαιρότητα. Η αντίθεσή του στη Νυρεμβέργη δεν είχε να κάνει με την υπεράσπιση των αποτρόπαιων πράξεων της ναζιστικής Γερμανίας· είχε να κάνει με την υπεράσπιση αρχών δικαιοσύνης και ορίων στην εξουσία που ισχύουν ακόμη και — ή μάλλον ιδίως — για τους ισχυρούς και τους νικητές.
 
Το μήνυμά του παραμένει εξίσου αντιδημοφιλές σήμερα όσο και τότε. Και ίσως ακριβώς γι’ αυτό πρέπει να ακουστεί»  Η αρχή του Robert Taft
 
 T. Chormovitis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου